Κατά τη διαδικασία μείωσης υπέρμετρης ποινικής ρήτρας (ΑΚ 409) το δικαστήριο πρέπει να λάβει υπόψη του και τις τυχόν μεταβληθείσες, μετά τη συνομολόγηση της ποινικής ρήτρας, συνθήκες, εφόσον αυτές επιδρούν στον δυσανάλογο χαρακτήρα της επίδικης ποινής.
Το διευθυντικό στέλεχος της τράπεζας που είναι αρμόδιο για την κοινοποίηση περιστατικών σχετικών με την νομιμοποίηση, το οποίο, παρότι βρίσκεται επί σειρά ετών στην θέση αυτή και γνωρίζει τα εκ του νόμου απορρέοντα καθήκοντά του, δεν εγκαθιστά λειτουργικό σύστημα αναφοράς και επαρκές σύστημα επιτήρησης και ελέγχου των συναλλαγών, παραβιάζει εκ δόλου και όχι εξ αμελείας την υποχρέωσή του προς αναφορά των ύποπτων συναλλαγών προς την Αρχή.
Πολλές φορές ο διαθέτης προσθέτει στη διαθήκη του όρους, με τους οποίους επιβάλλει έκπτωση ή κάποια άλλη κύρωση στον τιμώμενο για την περίπτωση που αυτός δεν συμμορφωθεί προς τη βούληση του διαθέτη, όπως αυτή εκφράζεται στη διαθήκη. Οι όροι αυτοί, που είναι γνωστοί ως ρήτρες εκπτώσεως, χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής αναφορικά με την ερμηνεία τους αλλά και ως προς τη συμβατότητά τους με κανόνες αναγκαστικού δικαίου.
Αναιρείται λόγω απολύτου ακυρότητος η προσβαλλόμενη απόφαση με την οποία απερρίφθησαν οι αντιρρήσεις του καταδικασθέντος ως προς την επιβληθείσα ποινή, διότι προέκυψε ότι ο διευθύνων την συζήτηση δεν επεδίωξε αυτοβούλως να διακριβώσει την ανάγκη διορισμού ή μη διερμηνέως, καίτοι ο αιτών ήταν αλλοδαπός, υπήκοος Ρουμανίας, προφανώς επειδή ο τελευταίος δεν δήλωσε ότι αγνοεί ή δεν γνωρίζει επαρκώς την ελληνική γλώσσα.
Απορρίπτεται η προσφυγή του κατηγορουμένου κατά της εκ νέου επιδόσεως του ιδίου κλητηρίου θεσπίσματος, διότι συνιστά κατ’ αναλογίαν απαράδεκτη δεύτερη άσκηση ενδίκου μέσου, απορρίπτεται δε και λόγω δεδικασμένου, αφού η πρώτη προσφυγή είχε κριθεί και είχε απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη ανεκκλήτως. Δεν προβλέπεται στην συγκεκριμένη περίπτωση η λήψη γνώσης της εισαγγελικής πρότασης από τον διάδικο κατ’ άρ. 308 ΚΠΔ.
Η τυχαία ή από παράνομη πράξη τρίτου προκαλούμενη καταστροφή ή απώλεια του εγγράφου της διαθήκης δεν συνιστά ανάκληση και άρα δεν επιδρά στο κύρος αυτής. Αν όμως ο ίδιος ο διαθέτης κατέστρεψε τη διαθήκη, τεκμαίρεται ότι είχε σκοπό να την ανακαλέσει.