Συμφωνία άφεσης χρέους μεταξύ του δανειστή και του οφειλέτη του, με τον όρο ο ελευθερωθείς από το χρέος να καταβάλει με την σειρά του οφειλή του απαλλάξαντος αυτόν προς τρίτον (δανειστή του τελευταίου), ως προς την οποία οφειλή ο ίδιος επέχει θέση δεκτικού καταβολής. Η εν λόγω συμφωνία αποτελεί σύμβαση ελευθέρωσης (του οφειλέτη που έχει ήδη απαλλάξει τον δεκτικό καταβολής) και δεν επιφέρει απόσβεση της ενοχής μεταξύ του απαλλάξαντος και του δικού του δανειστή.
Απορρίπτεται ως ουσία αβάσιμη η υπό κρίσιν αίτηση για υφ’ όρον απόλυση, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει ότι ο αιτών, υπήκοος Βουλγαρίας, παρότι έχει επιδείξει καλή διαγωγή κατά την κράτησή του, δεν έχει μόνιμη κατοικία στην Ελλάδα, ενώ επί απολύσεώς του έχει δηλώσει ότι δεν θα διαμείνει στην Χώρα κατά την διάρκεια της δοκιμασίας του αλλά στην Βουλγαρία, όπου βρίσκεται το οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον του, με αποτέλεσμα να μην συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για να διαταχθεί η απόλυσή του. Σύμφωνη εισαγγελική πρόταση.
Σκοπός της μελέτης είναι να επιβεβαιωθούν οι «γνωστές» και να φωτιστούν οι «άγνωστες» πτυχές της φύσης και της λειτουργίας της εγγυοδοσίας κατά τον Αστικό Κώδικα. Η εγγυοδοσία είναι σε μεγάλο βαθμό ένας «άγνωστος» θεσμός του Αστικού Κώδικα. Μολονότι πολυάριθμες διατάξεις προβλέπουν την «παροχή ασφάλειας» από ορισμένο πρόσωπο (εγγυοδότη) προς εξασφάλιση ενός άλλου προσώπου (εγγυολήπτη) για την περίπτωση που δεν ικανοποιηθεί μία ουσιαστικού δικαίου αξίωση του τελευταίου, εν τούτοις η ρύθμισή της είναι ελλιπής και αποσπασματική. Και τούτο, διότι απουσιάζει τόσο ένα γενικό μέρος της εγγυοδοσίας, συστηματικά ενταγμένο στον Αστικό Κώδικα, όσο και ειδικές ρυθμίσεις για το περιεχόμενό της.
Άνευ απολύτου ακυρότητος καταδικάσθηκε ο κατηγορούμενος για εμπρησμό κατ’ εξακολούθησιν (σε απόπειρα και τετελεσμένη μορφή), από τον οποίο μπορούσε να προκύψει κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα, και διακεκριμένη φθορά κατ’ εξακολούθησιν, διότι νομίμως ελήφθη υπόψιν βιντεοληπτικό υλικό από κλειστό κύκλωμα καταγραφής σκηνών ιδιωτικού χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων, αφού αφενός μεν το παραβιασθέν συνταγματικό δικαίωμα του αναιρεσείοντος στα προσωπικά του δεδομένα δεν άπτεται αμέσως του σκληρού πυρήνα της προσωπικής του σφαίρας, οπότε θα απαιτείτο η συναίνεσή του, δεδομένου ότι οι κάμερες κλειστού κυκλώματος κατέγραψαν τις κινήσεις του σε δημόσιο χώρο και όχι στην οικία του ή σε ιδιωτικό προσωπικό του χώρο, αφετέρου δε τούτο επιβάλλεται και από την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας, ενόψει του ότι τα πληγέντα από τις υπό κρίση πράξεις του δράστη αγαθά κρίνονται σαφώς υπέρτερα εκείνου της προστασίας των προσωπικών του δεδομένων, αφού επρόκειτο για το μοναδικό αποδεικτικό μέσο στο οποίο θα μπορούσε να βασιστεί η καταγγελία του θύματος.
Αντικείμενο της παρούσας μελέτης είναι οι πλέον πρόσφατες εξελίξεις σε επίπεδο ενωσιακού δικαίου αναφορικά με το ζήτημα των δανείων σε ελβετικό φράγκο. Για τον σκοπό αυτόν, η μελέτη εστιάζει στις αποφάσεις του ΔΕΕ της 10.6.2021 (‘’BΝP Paribas’’) και 21.12.2021 (‘’Τράπεζα Πειραιώς’’). Μέσα από αυτές τις αποφάσεις –και κυρίως την πρώτη– φωτίζεται η βασική θέση του συγγραφέα περί της καταχρηστικότητας των συμβατικών όρων, με τους οποίους αναλαμβάνεται δανειακή υποχρέωση σε ελβετικά φράγκα (από την αρχή ή κατόπιν μετατροπής από ευρώ σε ελβετικό φράγκο).
Στην μελέτη επιχειρείται μια ιστορική αναδρομή μέχρι την καθιέρωση του τεκμηρίου αθωότητας στην διεθνή και ελληνική έννομη τάξη. Μετά την εννοιολογική οριοθέτηση του τεκμηρίου, αναδεικνύονται οι αρχές που απορρέουν από αυτό και παρουσιάζονται οι επιτρεπτές αποκλίσεις σύμφωνα με την νομολογία του ΕΔΔΑ. Προσδιορίζεται η σχέση του τεκμηρίου αθωότητας με το δικαίωμα σιωπής και μη αυτοενοχοποίησης του κατηγορουμένου, οριοθετείται δε το ευρύτατο κατά το ΕΔΔΑ πεδίο εφαρμογής του τεκμηρίου στο σύνολο της ποινικής διαδικασίας και πέραν αυτής σε συναφείς αποφάσεις ή διαδικασίες μέχρι τις δηλώσεις κάθε δημόσιου λειτουργού προς τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Στην συνέχεια εξετάζεται η προβληματική της τριτενέργειας του τεκμηρίου αθωότητας στον τομέα των ΜΜΕ και υπογραμμίζονται οι δεσμεύσεις των ΜΜΕ στην χώρα μας από το τεκμήριο και την νομοθεσία περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Τέλος, γίνεται αναφορά στην ποινική, την αστική και την διοικητική προστασία της προσωπικότητας και του τεκμηρίου αθωότητας έναντι των προσβολών τους στον τύπο, την ραδιοτηλεόραση και το διαδίκτυο. Στον επίλογο επισημαίνεται ότι η παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας επάγεται απόλυτη ακυρότητα της ποινικής διαδικασίας.